Τι σημαίνει το dessous στο Γαλλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης dessous στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του dessous στο Γαλλικά.
Η λέξη dessous στο Γαλλικά σημαίνει το κάτω μέρος, το κάτω μέρος, κάτω μέρος, κάτω μέρος, κοιλιά, από κάτω, εσώρουχα, κιλότα, ενίσχυση, εσώρουχο, υπό, από κάτω, κατωτέρω, είμαι στις μαύρες μου, έχω τις μαύρες μου, υπόστρωμα, μασχάλη, που λαδώνει, προμήθεια, δωροδοκία, μίζα, κάτω από, πορνογραφικός, μίζα, βάση, κάτω, δωροδοκία, συνδεδεμένος, κάτω από το μέσο επίπεδο, χεράκι-χεράκι, χέρι-χέρι, κάτω από το μηδέν, από τη μέση και κάτω, κάτω από τον μέσο όρο, είμαι στις μαύρες μου, έχω τις μαύρες μου, μπερδεμένος, αναποδογυρισμένος, σε κατάθλιψη, στις μαύρες, κάτω από την επιφάνεια, όπως περιγράφεται παρακάτω, όπως περιγράφεται ακολούθως, μίζα, λάδωμα, πάτος, σεντόνι χωρίς λάστιχο, τριχωτή μασχάλη, σουβέρ, σουπλά, κάτω από, λίγο κάτω από, λίγο λιγότερο από, δεν ανταποκρίνομαι σε κτ, είμαι ξεβράκωτος, χτυπάω κάτω από τη ζώνη, χτυπώ κάτω από τη ζώνη, βλέπε παρακάτω, χαμηλά, κάτω, χεράκι-χεράκι, χέρι-χέρι, κάτω από το μηδέν, λάδωμα, κατώτερος, κάτω από, προκαλώ χάος σε κτ, ασυγύριστος, ακατάστατος, ανάστατος, ξεβράκωτος, από κάτω, ανάποδα, κάτω από, άνω-κάτω, από κάτω, κάτω από, κατώτερος, κάτω από το μηδέν, κάτω, κατώτερος, χαμηλόβαθμος δικηγόρος στο Η.Β., δεν είμαι τόσο αποδοτικός όσο θα μπορούσα, δεν τα πάω τόσο καλά όσο θα μπορούσα, πέφτω κάτω από κτ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης dessous
το κάτω μέροςnom masculin (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Il y a beaucoup de rouille sur le dessous de la voiture. |
το κάτω μέροςnom masculin (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
κάτω μέροςnom masculin (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) Anton a tourné le caillou et a regardé le dessous. |
κάτω μέροςnom masculin (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) Jack glissa sous la voiture pour évaluer les dégâts. |
κοιλιάnom masculin (κάτω μέρος ζώου, πουλιού) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
από κάτωadverbe (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Le mur était trop haut pour que les prisonniers l'escaladent alors ils ont creusé un tunnel dessous (or: en dessous). Ο τοίχος ήταν πολύ ψηλός για να τον σκαρφαλώσουν οι κρατούμενοι και έτσι έσκαψαν από κάτω του. |
εσώρουχα(γυναικεία ή κοριτσίστικα) |
κιλότα(pour femme) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Betty a étendu ses culottes propres pour les faire sécher. Η Μπέτυ κρέμασε τις καθαρές κιλότες της στο σχοινί για να στεγνώσουν. |
ενίσχυση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
εσώρουχοnom masculin pluriel (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Est-ce que t'as vu ses sous-vêtements (or: dessous) rouges et soyeux sur l'étendoir ? |
υπόpréposition (hiérarchie) (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Le général respecte les personnes au-dessous de lui. Ο στρατηγός σέβεται όσους είναι κάτω από αυτόν. |
από κάτωlocution adverbiale (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Le tapis était censé être en dessous et les meubles au-dessus. |
κατωτέρω(επίσημο) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Veuillez trouver ci-après les conditions de vente de nos biens immobiliers. |
είμαι στις μαύρες μου, έχω τις μαύρες μου(καθομιλουμένη, μτφ) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Kate est déprimée depuis qu'elle a raté son examen. |
υπόστρωμα(sous une moquette) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Les ouvriers ont d'abord placé une thibaude avant de poser le tapis dessus. |
μασχάλη
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
που λαδώνει(άτομο) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
προμήθεια, δωροδοκία, μίζα
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Le contrat de fournisseur pour Tornado a été obtenu par Smith Inc grâce aux pots-de-vin offerts au ministre chargé de l'approvisionnement de la Défense. Το συμβόλαιο για την προμήθεια αεριωθουμένων Tornado πήγε στην Smith Inc, επειδή έδωσαν μπαξίσι στον Υπουργό Στρατιωτικών Προμηθειών. |
κάτω από
La cafetière est rangée sous les tasses à café. Η καφετιέρα φυλάσσεται κάτω από τα φλιτζάνια του καφέ. |
πορνογραφικός
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
μίζα(ανεπίσημο) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Le pot-de-vin (or: dessous-de-table) était d'un millier de dollars supplémentaires. |
βάσηnom masculin (κατσαρόλα, πιατέλα κλπ) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
κάτω
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Elle s'agenouilla sous l'autel pour prier. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Η αεροσυνοδός πήγε κάτω να ψάξει για τη βαλίτσα με τα φάρμακα της Μαρί για την καρδιά της. |
δωροδοκία
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
συνδεδεμένος(με κάτι) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Les bras unis du vieux couple leur servaient tout autant à se soutenir qu'à montrer leur affection. Τα ενωμένα χέρια του ηλικιωμένου ζευγαριού ήταν ένα μέσο στήριξης αλλά και ένα δείγμα αγάπης. |
κάτω από το μέσο επίπεδο
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
χεράκι-χεράκι, χέρι-χέριlocution adverbiale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Οι εραστές κρατιόντουσαν χέρι-χέρι καθώς περπατούσαν στην παραλία. |
κάτω από το μηδέν(température) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
από τη μέση και κάτω
(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
κάτω από τον μέσο όρο
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
είμαι στις μαύρες μου, έχω τις μαύρες μου(familier) (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
μπερδεμένοςlocution adjectivale (figuré) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) |
αναποδογυρισμένοςlocution adjectivale (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) |
σε κατάθλιψη, στις μαύρεςlocution adverbiale (familier) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Il a passé toute la journée au trente-sixième dessous parce que son équipe de foot a perdu hier. |
κάτω από την επιφάνειαlocution adverbiale (courant) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
όπως περιγράφεται παρακάτω, όπως περιγράφεται ακολούθωςadverbe (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
μίζαnom masculin (καθομιλουμένη) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Le vendeur de drogue offrit un pot-de-vin à l'agent pour qu'il ferme les yeux. |
λάδωμαnom masculin pluriel (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
πάτοςlocution adverbiale (familier) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) J'étais au trente-sixième dessous quand ma femme m'a quitté. |
σεντόνι χωρίς λάστιχοnom masculin (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
τριχωτή μασχάλη
|
σουβέρ
(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
σουπλά(pour plat) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
κάτω από
Peu de gens ont déjà exploré les tunnels en dessous de la ville. Λίγοι είχαν εξερευνήσει ποτέ τις κατακόμβες κάτω από την πόλη. |
λίγο κάτω από, λίγο λιγότερο από
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Le prix du pétrole est à peine en-dessous de 50 dollars le baril. |
δεν ανταποκρίνομαι σε κτverbe intransitif (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Les notes du garçon furent au-dessous des attentes de son père. Οι βαθμοί του αγοριού υπολείπονταν των προσδοκιών του πατέρα του. |
είμαι ξεβράκωτος(καθομιλουμένη) |
χτυπάω κάτω από τη ζώνη, χτυπώ κάτω από τη ζώνηlocution verbale (figuré) (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
βλέπε παρακάτω
|
χαμηλά, κάτω(στα γεννητικά όργανα) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Harry a des problèmes sous la ceinture. |
χεράκι-χεράκι, χέρι-χέριlocution adverbiale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Ils marchaient bras-dessus, bras-dessous dans la rue. Περπάτησαν στον δρόμο χέρι-χέρι. |
κάτω από το μηδέν
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Les températures à Moscou tombent régulièrement en dessous de zéro. |
λάδωμαnom masculin pluriel (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
κατώτερος(socialement) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Les parents du jeune homme s'inquiétaient que ses amis étaient au-dessous de lui. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Παντρεύτηκε μια γυναίκα πολύ κατώτερή του σε κοινωνικό επίπεδο. |
κάτω από
Le vin rouge ne doit jamais être servi en dessous de la température ambiante. |
προκαλώ χάος σε κτverbe transitif (moins fort) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) La procession funèbre a mis le trafic sens dessus dessous. |
ασυγύριστος, ακατάστατος, ανάστατοςlocution adjectivale (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
ξεβράκωτος(ανεπίσημο) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
από κάτωadverbe (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) La citrouille était moisie en dessous. Η κολοκύθα είχε μουχλιάσει από κάτω. |
ανάποδαlocution adverbiale (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
κάτω από
Il ne le vendrait pas en dessous de vingt dollars. Δεν θα το πουλούσε κάτω από είκοσι δολάρια. |
άνω-κάτωadverbe (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
από κάτω
(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) La surface de l'eau immobile cachait les dangereux rochers en dessous. |
κάτω από(hiérarchie) Est-ce que le rang de sergent est inférieur à celui de colonel ? Ο λοχίας είναι κάτω από τον συνταγματάρχη; |
κατώτερος(hiérarchie) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Elle n'adressait jamais la parole à quelqu'un d'inférieur. Δεν μιλούσε σε κανέναν που ήταν κατώτερός της. |
κάτω από το μηδένlocution adverbiale (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Certaines régions du Canada subissent en ce moment des températures de 35 en dessous de zéro. Η θερμοκρασία σε ορισμένα μέρη του Καναδά είναι τώρα 35 βαθμοί κάτω από το μηδέν (or: υπό του μηδενός). |
κάτω
|
κατώτεροςlocution adverbiale (Hiérarchie) (κάποιου ή από κπ) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
χαμηλόβαθμος δικηγόρος στο Η.Β.(Grande-Bretagne) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) David ne pouvait pas plaider devant les juridictions supérieures parce qu'il n'était qu'avocat et non conseiller de la Reine. |
δεν είμαι τόσο αποδοτικός όσο θα μπορούσα, δεν τα πάω τόσο καλά όσο θα μπορούσα
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
πέφτω κάτω από κτ(μεταφορικά) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
Ας μάθουμε Γαλλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του dessous στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.
Σχετικές λέξεις του dessous
Ενημερωμένες λέξεις του Γαλλικά
Γνωρίζετε για το Γαλλικά
Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.