Τι σημαίνει το starving στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης starving στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του starving στο Αγγλικά.
Η λέξη starving στο Αγγλικά σημαίνει πεινάω σα λύκος, πεινασμένος, πεινάω, πεινώ, αφήνω κπ/κτ νηστικό, πεθαίνω της πείνας, στερώ κτ από κπ/κτ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης starving
πεινάω σα λύκοςadjective (figurative, informal (very hungry) (ανεπίσημο) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) What time will dinner be ready? I'm starving! Τι ώρα θα είναι έτοιμο το βραδινό; Πεινάω σα λύκος! |
πεινασμένοςadjective (having no food) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Televised images of starving children led to a flood of donations. Οι εικόνες των υποσιτισμένων παιδιών στην τηλεόραση οδήγησαν σε μεγάλο αριθμό δωρεών. |
πεινάω, πεινώintransitive verb (have no food) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) The crops have failed and the people are starving. Οι σοδειές δεν απέδωσαν και ο κόσμος λιμοκτονεί. |
αφήνω κπ/κτ νηστικόtransitive verb (deny food to) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) The man was convicted of animal cruelty after he starved his dog for weeks. Ο άνδρας καταδικάστηκε για κακοποίηση ζώου καθώς άφησε νηστικό το σκύλο του για εβδομάδες. |
πεθαίνω της πείναςintransitive verb (informal, figurative (be very hungry) (μεταφορικά, ανεπίσημο) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) What time is dinner? I think I might starve if I don't eat something soon! Audrey had been playing volleyball for two hours and she was starving when she got home. |
στερώ κτ από κπ/κτ(figurative (deprive of [sth]) The parents starved their children of affection. |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του starving στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του starving
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.