Τι σημαίνει το hasta στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης hasta στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του hasta στο ισπανικά.
Η λέξη hasta στο ισπανικά σημαίνει μέχρι, ως, έως, ακόμα και, μέχρι, ως, έως, μέχρι, έως, ως, μέχρι, ως, έως, μέχρι τότε, ως τότε, μέχρι εκείνη την στιγμή, μέχρι τότε, ως και, μέχρι, μέχρι, έως, ως, έως, ως, μέχρι, μέχρι, πριν από, νωρίτερα από, μέχρι, έως, ως, σε, προς την ενδοχώρα, μέχρι, έως και, μέχρι, μέχρι, έως, ως, ως, μέχρι, έως, ως, έως, μέχρι, -, μέχρι, μέχρι, παραγεμίζω, υπερπληρώνω, σκνίπας, αγανακτισμένος, γεμάτος, επ' αόριστον, αντίο, γεια, αντίο, γεια, αντίο, πηδιέμαι, λιώμα, τα κοπανάω, επάνω, πάνω, λιώμα, Στην υγειά μας1, ξέχειλος, φίσκα, τίγκα, φουλ, μούσκεμα, μουσκίδι, πολύ βαρετός, απίστευτα βαρετός, σάπιος μέχρι το κόκαλο, μούσκεμα, με το τσουβάλι, μέχρι τον αστράγαλο, φίσκα,τίγκα, βουλιαγμένος στα χρέη, που έχει εμπλακεί σε κτ, παντού, χωμένος βαθιά σε κτ, φτιαγμένος, φίσκα, τίγκα, ξέχειλος, το δάγκωσα από το κρύο, γεμάτος, πλήρης, μέχρι τα γόνατα, μέχρι τώρα, ως τώρα, ως τότε, μέχρι στιγμής, μέχρι τώρα, σε κάποιο βαθμό, σε κάποιο βαθμό, σε κάποιο βαθμό, ξεχειλισμένος, ξέχειλος, μέχρι το κόκκαλο, στο άπειρο, κατ' επανάληψη, επανειλημμένως, και ακόμα περισσότερο, όσο το δυνατό μακρύτερα, από τώρα μέχρι τότε, μετράω μέχρι το τρία, παντοτεινά, για πάντα, αιώνια, μερικώς, σε κάποιο βαθμό, σε ένα βαθμό, για πάντα, μέχρι τώρα/στιγμής, μέχρι στιγμής, ως τώρα, μέχρι τώρα, έως τώρα, ως τώρα, μέχρι στιγμής, μέχρι τότε, ως τότε, έως τότε, μέχρι εκείνη τη στιγμή, ελαφρώς, σε μικρό βαθμό, κατά ένα μικρό μέρος, σε ένα βαθμό, σε ένα ποσοστό, ως τώρα, μέχρι σήμερα, μέχρι στιγμής, σε αυτό το σημείο, στο μέγιστο βαθμό, στο μέγιστο βαθμό, στο μέγιστο βαθμό, μέχρι το σημείο της εξάντλησης, ως τώρα, μέχρι σήμερα, μέχρι στιγμής, εδώ, σε αυτό το μέρος, σε αυτό το σημείο, μέχρι τώρα, ως τώρα, μέχρι στιγμής, μέχρι τότε, ως τότε, μέχρι εκείνη την στιγμή, μέχρι τώρα, ως τώρα, μέχρι στιγμής, μέχρι τώρα, ως τώρα, μέχρι στιγμής, μέχρι τώρα, ως τώρα, μέχρι στιγμής, εντελώς μέσα, απ' όσο ξέρω, απ' όσο γνωρίζω, ακόμα και τώρα, εις το επανιδείν, μέχρι προσφάτως. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης hasta
μέχρι, ως, έωςpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Stephen se quedó en el bar hasta la hora de cierre. // Esperaron hasta la fiesta para anunciar las grandes noticias que tenían. Ο Στίβεν ήταν στο μπαρ μέχρι που έκλεισε. Περίμεναν μέχρι το πάρτι για να ανακοινώσουν τα σπουδαία νέα. |
ακόμα και
(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Era tan fácil que hasta un niño podía hacerlo. Ήταν τόσο απλό που ακόμα και ένα παιδί μπορούσε να το κάνει. |
μέχρι, ως, έωςpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Necesitas coger el metro hasta King's Cross y luego cambiar de línea. Πρέπει να μείνεις στον συρμό μέχρι να φτάσεις στον σταθμό Κινγκς Κρος και μετά άλλαξε άλλη γραμμή. |
μέχρι, έως, ωςpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Harry estaba tan cansado que durmió hasta el mediodía. Ο Χάρι ήταν τόσο κουρασμένος που κοιμήθηκε μέχρι το μεσημέρι. |
μέχρι, ως, έωςpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Estuvimos esperándote hasta medianoche. |
μέχρι τότε, ως τότε, μέχρι εκείνη την στιγμήpreposición (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Ese sistema de transporte duró hasta la invención de la máquina de vapor. |
μέχρι τότεpreposición (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Hasta ahora, nunca había ocasionado problemas. |
ως καιpreposición (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) En un buen día he llegado a ver hasta 80 especies distintas de pájaros. |
μέχριpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Viví en Nigeria hasta los nueve años. Ζούσα στην Νιγηρία μέχρι τα εννέα μου χρόνια. Η Κάρεν γέλασε μέχρι δακρύων. |
μέχρι, έως, ωςpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Κάτσε να το ακούσεις αυτό! |
έως, ως, μέχριpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Esto cubrirá el alquiler hasta el mes que viene. |
μέχριpreposición |
πριν από, νωρίτερα απόpreposición El plomero no puede venir hasta mañana. Ο υδραυλικός δεν μπορεί να έρθει νωρίτερα από αύριο. |
μέχρι, έως, ωςpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Manejamos hasta Monterey y después volvimos en bicicleta. Πήγαμε με το αυτοκίνητο μέχρι το Μοντερέι και μετά κάναμε με το ποδήλατο την υπόλοιπη διαδρομή. |
σεpreposición (χώρος: συνέχεια) (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Esta carretera continúa hasta el próximo condado. Αυτός ο δρόμος συνεχίζεται στον διπλανό νομό. |
προς την ενδοχώραpreposición (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Vamos desde la costa hasta Nottingham, en el medio de Inglaterra. Κινούμαστε από τα παράλια προς την ενδοχώρα, προς το Νότιγχαμ στην καρδιά της Αγγλίας. |
μέχριpreposición (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) El agua me estaba llegando hasta la cintura y entré en pánico porque no sé nadar. Το νερό ήταν μέχρι τη μέση μου και καθώς δεν ξέρω να κολυμπάω, πανικοβλήθηκα. |
έως καιpreposición (λόγιο) (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) El juez le advirtió al prisionero que enfrentaba hasta diez años de prisión. Ο δικαστής προειδοποίησε τον φυλακισμένο ότι ενδέχεται να τιμωρηθεί με φυλάκιση έως και δέκα χρόνια. |
μέχριpreposición (ένα σημείο, πράγμα) (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) |
μέχρι, έως, ωςpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Hasta el día de hoy, el edificio original aún sigue en pie. |
ως, μέχρι, έωςpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Después de esquiar él sentía un frío que le calaba hasta los huesos. |
ως, έως, μέχρι
(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) La tienda abre de martes a viernes. |
-(Δεν υπάρχει αντιστοιχία.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) El salario de Jef subió de diez mil al año a cuarenta mil al año. Ο μισθός του Τζεφ ανέβηκε κατά δέκα χιλιάδες και έφτασε τις σαράντα χιλιάδες δολάρια το χρόνο. |
μέχριlocución conjuntiva (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Ali vivió con sus tíos hasta que cumplió los dieciocho. Ο Αλί έμενε με τη θεία και τον θείο του να γίνει δεκαοχτώ. |
μέχρι
(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Lauren esperó hasta que Dan terminara antes de hablar. // Uno no puede conducir en los Estados Unidos hasta que no haya cumplido dieciséis años. Η Λόρεν περίμενε μέχρι να ολοκληρώσει ο Νταν πριν μιλήσει. |
παραγεμίζω, υπερπληρώνω(de cosas) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
σκνίπας(ES, coloquial) (αργκό: μεθυσμένος) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
αγανακτισμένος(persona) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Parecés harto. ¿Qué pasó? Φαίνεσαι αγανακτισμένος. Τι συμβαίνει; |
γεμάτος
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
επ' αόριστον(μέχρι νεοτέρας) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) El uso del gimnasio los fines de semana queda suspendido indefinidamente. Η χρήση του γυμναστηρίου τα σαββατοκύριακα αναβάλλεται επ' αόριστον. |
αντίο, γεια
(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) |
αντίο, γεια
(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) ¡Adiós! ¡Nos vemos! Αντίο ( or: Γεια)! Τα λέμε αργότερα! |
αντίο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
πηδιέμαι(coloquial) (αργκό) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Él quería hacerlo pero ella le dijo que no. |
λιώμα(borracho) (αργκό,μτφ, μόνο ενικός) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Estás ciego, no puedes ni caminar. No bebas tanto la próxima vez. |
τα κοπανάω(coloquial) (καθομ, μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Emily y sus amigas están chupando y chismorreando. Η Έμιλυ και οι φίλες της τα πίνουν και κοτσομπολεύουν πάλι. |
επάνω, πάνω
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Los baños están arriba, al final de la escalera. Οι τουαλέτες είναι επάνω, στο τέλος της σκάλας. |
λιώμα(AR, coloquial) (καθομιλουμένη, μεταφορικά) (ουσιαστικό σε θέση επιθέτου: Ουσιαστικό που χρησιμοποιείται ως επίθετο, π.χ. είμαι χώμα από την κούραση κλπ.) |
Στην υγειά μας1
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ξέχειλος
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
φίσκα, τίγκα, φουλ(coloquial) (αργκό, ανεπίσημο) (άκλιτο επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.κυριλέ ντύσιμο, γκρι μαλλιά κλπ, και δεν αλλάζει ανάλογα με το γένος. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
μούσκεμα, μουσκίδιlocución adjetiva (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Las chicas estaban caladas hasta los huesos cuando volvieron a casa después de la tormenta. |
πολύ βαρετός, απίστευτα βαρετός
Esta película es mortalmente aburrida, mejor voy a leer un libro. |
σάπιος μέχρι το κόκαλο(μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Parecía buena persona pero, en realidad estaba podrido hasta la médula. |
μούσκεμα(coloquial) (μεταφορικά, καθομιλουμένη) (άκλιτο επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.κυριλέ ντύσιμο, γκρι μαλλιά κλπ, και δεν αλλάζει ανάλογα με το γένος. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) El gato entró a la casa calado hasta los huesos después de haber estado sentado bajo la lluvia. |
με το τσουβάλι(μεταφορικά) En Hollywood, jóvenes aspirantes a actrices hay a montones. Στο Χόλιγουντ, βρίσκεις νέους φιλόδοξους ηθοποιούς με το τσουβάλι. |
μέχρι τον αστράγαλο
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) De repente estábamos cubiertos hasta los tobillos en el barro. Puedes cruzar fácilmente el arroyo por aquí, el agua llega sólo hasta los tobillos. Ξαφνικά, η λάσπη έφτασε στον αστράγαλό μας. Μπορείς να περάσεις εύκολα το ρυάκι εδώ, αφού το βάθος του φτάνει μόλις μέχρι τον αστράγαλο. |
φίσκα,τίγκαlocución adjetiva (coloquial) (καθομιλουμένη) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
βουλιαγμένος στα χρέηlocución adjetiva (figurado) (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
που έχει εμπλακεί σε κτlocución adverbial (AR, coloquial) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Llegó a estar tan hasta las manos en el caso que eso empezó a afectar sus relaciones personales. |
παντούlocución verbal (coloquial) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Esas publicidades están hasta en la sopa, las encuentras en todas las páginas de Internet. |
χωμένος βαθιά σε κτ
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
φτιαγμένος(coloquial) (αργκό, μεταφορικά) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) |
φίσκα, τίγκα(coloquial) (καθομιλουμένη) (άκλιτο επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.κυριλέ ντύσιμο, γκρι μαλλιά κλπ, και δεν αλλάζει ανάλογα με το γένος. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) A las cinco de la tarde el metro estaba hasta arriba de gente que volvía del trabajo a la casa. |
ξέχειλοςlocución adjetiva (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
το δάγκωσα από το κρύοlocución adjetiva (καθομιλουμένη) |
γεμάτος, πλήρης
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
μέχρι τα γόναταlocución adjetiva (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
μέχρι τώρα, ως τώρα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) La situación hasta ahora ha sido favorable, pero no debemos de bajar la guardia. |
ως τότε
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
μέχρι στιγμής, μέχρι τώραlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Hasta ahora no tengo nada publicado, pero aun así me considero un escritor. Μέχρι στιγμής, δεν έχει εκδοθεί κανένα έργο μου. Παρόλα αυτά, με θεωρώ συγγραφέα. |
σε κάποιο βαθμόlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Coincido contigo hasta un cierto punto, pero no del todo. |
σε κάποιο βαθμόlocución adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) La inteligencia es determinada hasta cierto punto por la genética. |
σε κάποιο βαθμόlocución adverbial Todos sufrimos hasta cierto punto cuando estamos lejos de nuestros seres queridos. Πρέπει να παραδεχθείς ότι φταις σε κάποιο βαθμό. Όλοι υποφέρουμε σε κάποιο βαθμό, όταν είμαστε μακριά από τους αγαπημένους μας. |
ξεχειλισμένος, ξέχειλοςlocución adverbial (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) La taza estaba llena hasta el tope y volqué algo de café cuando la llevé al otro lado de la habitación. |
μέχρι το κόκκαλοlocución adverbial (figurado) (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Estuvimos caminando por horas bajo la llovizna y estábamos congelados hasta la médula. |
στο άπειρο(voz latina) (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
κατ' επανάληψη, επανειλημμένως(latinismo) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Habla de sus hijos ad náuseam, ¿no tiene otra cosa de la que hablar? |
και ακόμα περισσότεροlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Si me vendes tu coche, yo te daré el precio que me pidas y hasta más. |
όσο το δυνατό μακρύτερα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Por favor, durante la visita, eviten el uso del celular en la medida de lo posible. |
από τώρα μέχρι τότεlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Más te vale trabajar mucho desde ahora hasta entonces. |
μετράω μέχρι το τρία
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Abigaul hizo un pausa por tres segundos antes de decirle a su esposo por qué estaba enojada. |
παντοτεινά, για πάντα, αιώνιαlocución preposicional (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
μερικώς, σε κάποιο βαθμό
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
σε ένα βαθμόlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Pues no me parece del todo mal, hasta cierto punto podría considerarse la mejor solución. |
για πάντα(μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Llámala de una vez a ver si ya viene, o nos vamos a quedar aquí hasta el día del juicio. |
μέχρι τώρα/στιγμήςlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Hasta ahora todo marcha según lo planeado. |
μέχρι στιγμής, ως τώρα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Hasta ahora sólo hemos terminado el capítulo cuatro. Μέχρι στιγμής έχουμε τελειώσει μόνο το κεφάλαιο τέσσερα. Δεν ήταν εύκολος ο δρόμος ως τώρα. |
μέχρι τώρα, έως τώρα, ως τώρα, μέχρι στιγμήςlocución adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Hasta ahora no he tenido una buena razón para ir allí. |
μέχρι τότε, ως τότε, έως τότε, μέχρι εκείνη τη στιγμήlocución adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Γνώρισα τη σύζυγό μου τον περασμένο Μάιο. Μέχρι τότε δεν είχα ξαναερωτευθεί. |
ελαφρώς, σε μικρό βαθμό, κατά ένα μικρό μέροςlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Hasta cierto punto me caen simpáticos, pero en realidad son unos impresentables. |
σε ένα βαθμό, σε ένα ποσοστόlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Sólo hasta cierto punto estoy satisfecho con el trabajo que hiciste. |
ως τώρα, μέχρι σήμερα, μέχρι στιγμής
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Hasta la fecha no he escuchado nada nuevo sobre el asunto. Μέχρι στιγμής δεν έχω ακούσει κάτι καινούριο για την κατάσταση. Μέχρι στιγμής δεν έχουμε λάβει την πληρωμή σας. |
σε αυτό το σημείοlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Nadie entendió por qué tuvo que llegar hasta tal punto. Ήταν μυστήριο ο λόγος που έφτασε σε αυτό το σημείο. |
στο μέγιστο βαθμόlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
στο μέγιστο βαθμόlocución preposicional (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Te apoyaré hasta el final. |
στο μέγιστο βαθμόlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) El ladrón de autos llevó las cosas hasta el límite y terminó matando a un hombre. |
μέχρι το σημείο της εξάντλησηςlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Corrió hasta el límite de sus fuerzas intentando alcanzarle. |
ως τώρα, μέχρι σήμερα, μέχρι στιγμήςlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Hasta el día de hoy no sabemos lo que pasó. |
εδώ, σε αυτό το μέρος, σε αυτό το σημείοlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
μέχρι τώρα, ως τώρα, μέχρι στιγμήςlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Nunca había considerado esa perspectiva hasta ahora (or: hasta el momento). |
μέχρι τότε, ως τότε, μέχρι εκείνη την στιγμή
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Se casó a los 40. Hasta ese momento siempre vivió solo. Παντρεύτηκε όταν ήταν 40 ετών. Μέχρι τότε έμενε πάντα μόνος του. |
μέχρι τώρα, ως τώρα, μέχρι στιγμήςlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Hasta ahora, he tenido éxito en mi carrera. Μέχρι τώρα (or: Μέχρι στιγμής) ήμουν επιτυχημένος στην καριέρα μου. Κανένα νέο ως τώρα. |
μέχρι τώρα, ως τώρα, μέχρι στιγμήςlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) He trabajado durante seis semanas pero hasta ahora no me han pagado. |
μέχρι τώρα, ως τώρα, μέχρι στιγμήςlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Hasta ahora no me había dado cuenta. |
εντελώς μέσαlocución adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Para que la tarjeta funcione, tiene que estar hasta el fondo. |
απ' όσο ξέρω, απ' όσο γνωρίζω
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Hasta donde yo sé, el banco aprobó el préstamo. Απ' όσο ξέρω, η τράπεζα ενέκρινε το δάνειο. Το αφεντικό είναι στο γραφείο, απ' όσο γνωρίζω. |
ακόμα και τώραlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Hasta el día de hoy hay gente que cree que el aterrizaje en la luna fue un fraude. |
εις το επανιδείνlocución interjectiva (επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) |
μέχρι προσφάτωςlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του hasta στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του hasta
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.