What does ζητάς in Greek mean?

What is the meaning of the word ζητάς in Greek? The article explains the full meaning, pronunciation along with bilingual examples and instructions on how to use ζητάς in Greek.

The word ζητάς in Greek means hurray!, hooray!, Γιούπι!, Ναι!, ζητωκραυγές, ζητώ συγνώμη, ζητώ συγνώμη για κτ, ζητάω, ζητώ, ζητώ μια χάρη, ζητώ συγχώρεση, προσκαλώ, ζητιανεύω, ζητώ συγχώρεση, κάνω call, ζητώ, καλώ κπ να κάνει κτ, μαζεύω, συγκεντρώνω, ζητάω, ζητώ, ζήτω, ζητώ, ζητώ, απαιτώ, ζητώ επανειλημμένα, ζητώ κι άλλο, θέλω, ζητώ κτ γονυπετής, ζήτω, εργασία, απασχόληση, ζήτω, γιούπι, ζήτω, ζήτω, ζήτω, συγγνώμη, ρωτάω για κπ, ρωτώ για κπ, καλώ κπ να υποβάλει κτ, ζήτω, ζητάω, ζητώ, δίνω εντολή, αιτούμαι, προβάλλω αίτημα σε κτ, αιτούμαι, ρωτάω, ζητώ κτ επιτακτικά, απαιτώ κτ επιτακτικά, ζητάω, ζητώ, ζητάω, ζητώ, αίτημα, ζητάω, ζητώ, ζητώ εκδίκηση, έκφραση αναγνώρισης, ζητώ, ζήτω, γιούπι, ζήτω, ask for, ζητώ βοήθεια, ζητάω, απευθύνομαι, ζητάω κτ από κπ, ζητώ κτ από κπ, ζητάω από κπ να κάνει κτ, ζητώ από κπ να κάνει κτ, ρωτάω, ρωτώ, ζητιανεύω κτ από κπ, ζητάω να δω, ζητάω ταυτότητα από κπ, χρεώνω κπ κτ, συμβουλεύομαι, ζητάω τον λογαριασμό, κρατάω κπ για λύτρα, ζητάω ταυτότητα, ζητάω πληροφορίες, κάνω κτ ειδική παραγγελία, βγάζω το δίσκο, πρήζω, πρήζω, ζητάω κτ από κπ, προδιαγραφή, πραγματοποιώ σφυγμομέτρηση, κάνω σφυγμομέτρηση, ζητάω πολλά;, ζητάω δανεικά, στρέφομαι σε κπ για βοήθεια, ζητάω κτ ως αντάλλαγμα. To learn more, please see the details below.

Listen to pronunciation

Meaning of the word ζητάς

hurray!, hooray!

Γιούπι!

(joy)

Hooray! There's no school today!

Ναι!

(informal (hurrah, fantastic)

ζητωκραυγές

(cry or shout)

ζητώ συγνώμη

(say sorry)

Αν πληγώσεις τα αισθήματα κάποιου, πρέπει να ζητήσεις συγνώμη.
If you hurt someone's feelings, you should apologize.

ζητώ συγνώμη για κτ

(say sorry for sth)

Ο Μαρκ απολογήθηκε που καθυστέρησε να απαντήσει στο email μου.
Mark apologized for the delay in replying to my email.

ζητάω, ζητώ

(request)

Οι αστυνομικοί μου ζήτησαν την άδεια οδήγησης και την άδεια κυκλοφορίας.
The policeman asked for my license and registration.

ζητώ μια χάρη

(request that sb do sth)

Μπορώ να ζητήσω μια χάρη; Θα μπορούσες να ποτίζεις τον κήπο μου όσο θα λείπω;
May I ask a favor? Could you please water my garden while I'm out of town?

ζητώ συγχώρεση

(plead to be pardoned)

Sam should admit that he behaved badly, and ask for forgiveness.

προσκαλώ

(invite on a date)

Της ζήτησε να βγουν.
He asked her out.

ζητιανεύω

(request food, money) (κάτι)

Ήταν μια φτωχή πόλη και άνθρωποι που ζητιάνευαν χρήματα σχεδόν σε κάθε γωνία.
It was a poor city and there were people begging money on almost every street corner.

ζητώ συγχώρεση

(plead for pardon)

It is easier sometimes to beg forgiveness than to ask permission.

κάνω call

(cards: demand to show hands)

I made a call, and the other players had to reveal their cards.

ζητώ

(demand, request)

The senator called for an investigation. The judge's bailiff called for silence in the courtroom.

καλώ κπ να κάνει κτ

(request that sb do sth)

The union called on the workers to support a strike.

μαζεύω, συγκεντρώνω

(solicit opinions or vote) (ψήφους)

The salesmen canvassed throughout the neighborhood to gauge interest in new Internet services.

ζητάω, ζητώ

(solicit opinion or vote of) (ψήφο από κάποιον)

A swindler has been canvassing elderly people and tricking them into paying thousands of dollars.

ζήτω

(cry of joy)

Τρία ζήτω για τον νικητή!
Three cheers for the winner!

ζητώ

(request payout)

ζητώ

(demand sth noisily) (κάνοντας θόρυβο)

The children were clamoring for ice cream.

απαιτώ

(with clause: insist) (να)

ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Οι πατατοπαραγωγοί αξίωναν συνάντηση με τον υπουργό.
She demanded that he take out the trash.

ζητώ επανειλημμένα

(repeatedly ask to repay debt)

Creditors have been dunning me all month, but I don't have the money to pay them.

ζητώ κι άλλο

(audience: call for encore)

The audience encored the performer.

θέλω

(require, demand sth)

Ως εργοδότης σου θέλω τελειότητα. Αυτή η δουλειά δεν είναι αρκετά καλή!
As your employer, I expect perfection; this work isn't good enough!

ζητώ κτ γονυπετής

(figurative (beg, ask for sth) (μεταφορικά)

ζήτω

(cheer)

The crowd cheered, "Hip, hip, hooray!" as the soldiers marched.

εργασία, απασχόληση

(UK (employment) (επίσημο)

Καθαρίστρια ζητά εργασία! Λογικές τιμές.
Cleaner for hire! Reasonable rates.

ζήτω, γιούπι

(joy, praise)

Hurrah! School is cancelled because of a snowstorm!

ζήτω

(shout)

The teacher's announcement that the exam had been cancelled was greeted with loud hurrahs.

ζήτω

(joy, praise)

Hurray! My boss is out of town this week!

ζήτω

(hurrah, hurray)

συγγνώμη

(informal (I apologize)

Συγγνώμη που έσπασα το αγαπημένο σας φωτιστικό!
I'm sorry for breaking your favorite lamp!

ρωτάω για κπ, ρωτώ για κπ

(formal (ask for news of sb)

Kate inquired after Ben's sister when she saw him at the store.

καλώ κπ να υποβάλει κτ

(ask for sth)

Ο μάνατζερ ζήτησε την υποβολή αιτήσεων για τη νέα θέση.
The manager invited applications for the new position.

ζήτω

(cheer in support)

The crowd shouted with one voice: "Long live the king!".

ζητάω, ζητώ

(ask for sth)

To make a request for a new website feature, click here.

δίνω εντολή

(order) (σε κπ να κάνει κτ)

The people mandated the government to restructure.

αιτούμαι

(law: request) (επίσημο: κάτι)

Πρέπει να ζητήσεις εντολή προστασίας από το δικαστήριο.
You should petition the court for a protection order.

προβάλλω αίτημα σε κτ

(make formal request to) (επίσημο)

Οι γονείς ζήτησαν από τον διευθυντή να ακυρωθεί η συνέλευση.
Parents petitioned the principal to cancel the assembly.

αιτούμαι

(make formal request) (επίσημο)

The citizens were against the zoning laws, so they petitioned.

ρωτάω

(survey opinions) (καθομιλουμένη)

Το περιοδικό έκανε δημοσκόπηση σε εκατό άτομα για να μάθει τις απόψεις τους για την κλιματική αλλαγή.
The magazine polled one hundred people to find out what they thought about climate change.

ζητώ κτ επιτακτικά, απαιτώ κτ επιτακτικά

(demand or request urgently)

Campaigners are pressing for a change in the law.

ζητάω, ζητώ

(ask for sth)

ΝEW: Δεν σκοπεύω να αιτηθώ νέας αναβολής.
She requested more time to finish the report.

ζητάω, ζητώ

(ask that sth be done) (κάτι ή να γίνει κάτι)

Της ζήτησε να τελειώσει τη δουλειά έως την Παρασκευή.
He requested that she finish the work by Friday.

αίτημα

(sth asked for)

Τι ζητάει; Χαρτί και μολύβι; Να του τα δώσετε.
What is his request? A pen and paper? Give it to him.

ζητάω, ζητώ

(request)

We seek advice from wise teachers.

ζητώ εκδίκηση

(wish to take vengeance on sb)

έκφραση αναγνώρισης

(informal (acknowledgment)

ζητώ

(ask for) (καθομιλουμένη: κτ από κπ)

The artist solicited opinions on his new sculpture.

ζήτω

(Italian (long live!)

γιούπι, ζήτω

(expressing joy or celebration)

ask for

ζητώ βοήθεια

(informal (ask for help)

ζητάω

(ask for help) (βοήθεια: από κάποιον)

Ζήτησε τη βοήθειά του.
She appealed for his help.

απευθύνομαι

(ask for help) (σε κπ για κτ)

Οι κυβερνήτες της πολιτείας ζήτησαν βοήθεια από τον Πρόεδρο για να σταματήσουν τις εξεγέρσεις.
The state governors appealed to the President for help in stopping the riots.

ζητάω κτ από κπ, ζητώ κτ από κπ

(request sth from sb)

Η άστεγη γυναίκα μου ζήτησε λεφτά.
The homeless woman asked me for money.

ζητάω από κπ να κάνει κτ, ζητώ από κπ να κάνει κτ

(request that sb do sth)

Η αδερφή μου μου ζήτησε να της δώσω το αλάτι.
My sister asked me to pass the salt.

ρωτάω, ρωτώ

(request information from sb) (για κτ, σχετικά με κτ)

Ρώτησε τον πατέρα του για με τυχόν θέσεις εργασίας στο εργοστάσιο.
He asked his father about jobs in the factory.

ζητιανεύω κτ από κπ

(request food, money)

Το φτωχό αγόρι ζητιάνευε φαγητό και λεφτά από ξένους στον δρόμο.
The poor boy begged food and money from strangers on the street.

ζητάω να δω

(cards: demand to see a hand)

After the third round, anyone may call the hand.

ζητάω ταυτότητα από κπ

(US, informal (ask for identification)

Although Mona is thirty, she usually gets carded when she buys alcohol.

χρεώνω κπ κτ

(ask for money)

Ο ταξιτζής μου πήρε (or: μου ζήτησε) 15 λίρες.
The taxi driver charged me £15.

συμβουλεύομαι

(discuss with sb) (κάποιον)

Have you consulted a doctor about your stomach pain?

ζητάω τον λογαριασμό

(US (restaurant: request the bill)

If no one wants dessert, let's call the waitress and get the check.

κρατάω κπ για λύτρα

(blackmail, force to pay)

ζητάω ταυτότητα

(US, informal, abbreviation (ask sb for identification) (από κάποιον)

The owner of the liquor store always ID's me, even though he knows I'm 22.

ζητάω πληροφορίες

(ask for information on) (για κτ, σχετικά με κτ)

I'm phoning to enquire about the second-hand bicycle you advertised.

κάνω κτ ειδική παραγγελία

(request special creation)

She had a gown made for the gala.

βγάζω το δίσκο

(ask for contributions of money) (καθομιλουμένη, ειρωνικό)

After the buskers had stopped playing, they passed the hat round.

πρήζω

(keep asking sb for sth) (μτφ: κάποιον για κάτι)

The children pestered their mother for candy.

πρήζω

(keep insisting that sb do sth) (μτφ: κάποιον να κάνει κάτι)

The wife pestered her husband to take out the trash.

ζητάω κτ από κπ

(informal (beg for, obtain from others)

Beware of Adam; he's always trying to scrounge money off people.

προδιαγραφή

(item or detail specified)

The contract failed to give any specification concerning the circumstances in which it could be ended.

πραγματοποιώ σφυγμομέτρηση, κάνω σφυγμομέτρηση

(gather opinions)

Η εφημερίδα έκανε σφυγμομέτρηση σε 50.000 άτομα για να μάθει τη γνώμη τους για σύγχρονα ζητήματα. Ο Μπεν πήρε γνώμες από την παρέα για να δει που ήθελαν να πάνε για μεσημεριανό.
The newspaper surveyed 50,000 people to find out their opinions on modern issues. Ben surveyed the group to see where they wanted to go to lunch.

ζητάω πολλά;

(informal (excessive, unreasonable demand) (καθομιλουμένη)

ζητάω δανεικά

(borrow money from)

He touched me for twenty pounds yesterday.

στρέφομαι σε κπ για βοήθεια

(ask sb for assistance)

ζητάω κτ ως αντάλλαγμα

(seek exchange)

If I do this favor for you, I may want something in return.

Let's learn Greek

So now that you know more about the meaning of ζητάς in Greek, you can learn how to use them through selected examples and how to read them. And remember to learn the related words that we suggest. Our website is constantly updating with new words and new examples so you can look up the meanings of other words you don't know in Greek.

Do you know about Greek

Greek is an Indo-European language, spoken in Greece, Western and Northeastern Asia Minor, Southern Italy, Albania and Cyprus. It has the longest recorded history of all living languages, spanning 34 centuries. The Greek alphabet is the main writing system for writing Greek. Greek has an important place in the history of the Western World and Christianity; Ancient Greek literature has had extremely important and influential works on Western literature, such as the Iliad and the Odýsseia. Greek is also the language in which many texts are fundamental in science, especially astronomy, mathematics and logic, and Western philosophy, such as those of Aristotle. The New Testament in the Bible was written in Greek. This language is spoken by more than 13 million people in Greece, Cyprus, Italy, Albania, and Turkey.